Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Ανάπηρες λέξεις


Πριν χρεοκοπήσει η χώρα χρεοκόπησαν οι λέξεις των ανθρώπων της. Η γλώσσα τους. Στο όνομα ενός ανόητου καθωσπρεπισμού τάχατες ευρωπαϊκού τύπου άρχισαν να εξορίζονται από το λεξιλόγιο λέξεις που «ενοχλούσαν» τα αυτιά των καθωσπρέπει Ελλήνων που έχοντας την ψευδαίσθηση ότι ανήκουν στον πυρήνα της Ευρώπης αισθάνονταν την ανάγκη να εκφράζονται αναλόγως. Πάει να πει ευρωπαϊκά. Έτσι, συν τω χρόνω εξαφανίστηκε η λέξη «επαρχία» και αντικαταστάθηκε με το άνευρο και άνυδρο «περιφέρεια», θαρρείς και τούτο αρκούσε για να διαγραφούν μεμιάς όλες οι παθογένειες της ελληνικής επαρχίας. Θαρρείς και το κακόηχο «περιφέρεια» αρκούσε για να διαγραφούν μονοκοντυλιά οι πολιτικές του υδροκέφαλου ελληνικού κράτους.



Με την ίδια λογική, ο θάνατος από τον καρκίνο έγινε θάνατος από την «επάρατη νόσο». Οποία ύβρι στους χιλιάδες Έλληνες που μάχονται καθημερινά επί χρόνια με τον καρκίνο. Πήραν τη δεισιδαιμονικής έμπνευσης ονομασία του καρκίνου από τα χωριά «κακιά αρρώστια» και την έκαναν πρωτευουσιάνικα τάχατες «επάρατη νόσο», που πάει να πει «καταραμένη αρρώστια». Μα, αν όντως η αρρώστια είναι «καταραμένη», τότε τι είναι τα θύματά της; «Καταραμένοι». Μόνο που το πρώτο βήμα για να αντιμετωπίσει κανείς τον καρκίνο είναι να τον πει με το όνομά του. Να τον αντιμετωπίσει στα ίσια όπως θα αντιμετώπιζε οποιαδήποτε αρρώστια, δίχως απολύτως καμμιά προκατάληψη για τη φύση της αρρώστιας και τους τρόπους αντιμετώπισής τους.



Εξίσου, φρικτή ήταν η μετονομασία των ανάπηρων σε Άτομα με Ειδικές Ανάγκες και ακόμα πιο φρικτή η συντομογραφία ΑμΕΑ. Έτσι, με το ουδέτερο ΑμΕΑ, ο Θάνος, ο Τάσος, ο Γιάννης, η Δώρα και η Μαρία μετέπεσαν στην κατάσταση του ουδέτερου. Αυτή η κατηγορία των ανθρώπων, που αγωνίζονται με το κεφάλι ψηλά κόντρα σε χίλιες δυο δυσκολίες, που πονάνε, ερωτεύονται και τρελαίνονται σαν όλους μας έγιναν ουδέτερες πολτοποιημένες μονάδες στον κιμά του καθωσπρεπισμού. Ο καημός του Ζαγοραίου στον «Ανάπηρο» παρέπεμπε στην «Ψωροκώσταινα» και όχι στην τάχατες ισχυρή Ελλάδα. Κι ας λένε οι στίχοι με περίσσια περηφάνεια: «Λεφτά δε σου γυρεύω/ψωμί δεν ζητιανεύω/ούτε συμπόνια δε σου ζητώ. Θέλω την αγάπη σου γιατί μου δίνει δύναμη/κοντά μου όταν είσαι τον πόνο μου ξεχνώ».



Με τον γνήσιο νταλκά ενός ανάπηρου, που πέφτει στα πατώματα από αγάπη και τσαλακώνεται όπως και ένας αρτιμελής.



Νίκος Σπιτσέρης

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου