Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Ο Καρράς της Καβάλας


 

Ο θάνατος, η δεύτερη κορυφαία στιγμή κάθε ανθρώπου μετά τη γέννησή του, είναι και λογαριασμός. Είναι αφορμή για ταμείο. Και το ταμείο στην περίπτωση του Γιάννη Καρρά είναι πλούσιο. Όχι σε ρευστό. Αλλά σε θύμησες, σε στιγμές, που με αφορμή τον θάνατό του ώθησαν πολλούς από χθες να πουν έναν καλό λόγο για τον Γιάννη. Τον ξεχωριστό Γιάννη Καρρά, που έγραψε τη δική του ιστορία στην Καβάλα. Αυτό που έκανε ξεχωριστό τον Γιάννη δεν ήταν ούτε τα μαγαζιά-σημεία αναφοράς στη διασκέδαση της Καβάλας τα τελευταία πολλά χρόνια, ούτε οι εκπομπές στο ραδιόφωνο. Ήταν ένα πάθος για τη ζωή και για τους ανθρώπους. Γιατί ο Καρράς αγάπησε με πάθος ό,τι έκανε στη ζωή του.

Όπως σωστά επισημάνθηκε, ο Καρράς πριν μπει στη διασκέδαση υπήρξε ενδεχομένως ο καλύτερος πωλητής παπουτσιών της Καβάλας. Τότε που τόλμησε να ανοίξει μαγαζί πώλησης υποδημάτων, τα «υποδήματα Μοσχούτης» ψηλά στην Ομονοίας, δίπλα στον ιστορικό «Κούλη», συμβάλλοντας στην επέκταση της Καβαλιώτικης αγοράς προς τον Αγιο Παύλο. Όπως με περίσσια ικανοποίηση και εκείνο το μοναδικό πλατύ χαμόγελο συνήθιζε να λέει σε φίλους εκείνη την περίοδο «όλοι με φωνάζουν Γιάννη Μοσχούτη». Πριν από αυτό, εργάστηκε ως υπάλληλος στο κατάστημα παιχνιδιών στην Αθήνα «Παγκόσμιος Αγορά». Τότε κέρδισε το προσωνύμιο «Γιάννης ο Παγκόσμιος». Μετά από αυτά, ήρθε η ώρα να μπει στον χώρο της εστίασης. Τότε έγινε ο Καρράς όλης της Καβάλας.

Με το πηγαίο χαμόγελό του κατάφερε να συνομιλεί στον ενικό με όλες τις ηλικίες. Ήταν ο Γιάννης όλων. Το «μυστικό» αυτής της πορείας ήταν τελικά ο συνδυασμός του πηγαίου χαμόγελου και της «αλήθειας» του. Ο Γιάννης Καρράς μπορεί και να ξοδευόταν ενίοτε μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, αλλά δεν έπαυε στιγμή να παθιάζεται ολόψυχα με ό,τι έκανε και γι αυτό ό,τι έκανε το έκανε με επιτυχία. Όταν πουλούσε παιχνίδια το έκανε με τον ενθουσιασμό του πιτσιρικά που τρελαίνεται για κάθε παιχνίδι, για κάθε σελοφάν, για κάθε ζαβολιά. Όταν πουλούσε παπούτσια από την έφηβη στην οποία πρότεινε τα πρώτα ψηλοτάκουνα, μέχρι τη γιαγιά που ζητούσε ένα ζευγάρι για να ξεκουράσει τα κουρασμένα πόδια της, ενδιαφερόταν αληθινά. Όχι απλά για να πουλήσει, αλλά για να εξυπηρετήσει τον πελάτη με περίσσευμα ψυχής. Γι’ αυτό και πουλούσε αδιάκοπα.

Όταν πιο ώριμος πια, μπήκε στον χώρο της εστίασης, έγινε ο Γιάννης της Καβάλας. Πίσω από τον πάγκο και τα ντεκ έπαιρνε φόρα και γινόταν έφηβος, φίλος, σύμβουλος, φιλόσοφος. Ό,τι απαιτούσε η περίσταση. Κατάφερνε να ενθουσιαστεί με κάθε τραγούδι, με κάθε συνήθεια πότη, με παρέες πέρα για πέρα ετερόκλητες. Ο συνδετικός κρίκος ήταν το πλατύ χαμόγελο και η αληθινή έγνοια για τον πλησίον. Ο Γιάννης Καρράς αγάπησε πολύ και τους ανθρώπους και την Καβάλα και αυτοί του το ανταπέδωσαν.