Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

Όνειρο με τον Βέγγο

Έτρεχε πάνω κάτω στην οδό Σταδίου καψαλισμένος και αναμαλλιασμένος όπως στις περισσότερες ταινίες του και φώναζε: «Καίγονται άνθρωποι. Καίγονται άνθρωποι». Μα κανείς δεν τον άκουγε. Κάποιος μάλιστα στο βάθος φώναξε πως δεν ασχολείται με απεργοσπάστες. Μα ο Θανάσης Βέγγος, ολοζώντανος χθες στο όνειρό μου σε μια ταινία για τα τρία θύματα της Marfin έναν χρόνο πριν, ούτε που γύρισε να κοιτάξει. Δεν καταδέχθηκε καν να απαντήσει. Ο νους του ήταν στο τραπεζικό κατάστημα που καιγόταν. Στους ανθρώπους που κινδύνευαν.

Στην κοπέλα με τα ροζ παπούτσια, που ήταν πεσμένη στο μπαλκόνι. Την Παρασκευούλα, όπως την φώναζαν μικρή. Όταν μεγάλωσε το άλλαξε σε Βίβιαν. Έφυγε από το Λονδίνο για να μην την κάψουν στο μετρό τρομοκράτες ισλαμιστές και κάηκε στο νεοκλασσικό της Σταδίου. Ο Βέγγος τρέχει με τους πυροσβέστες. Ανεβαίνει στο μπαλκόνι. Προσπαθεί να τη συνεφέρει. Μάταια. Η Βίβιαν πνίγηκε από τους καπνούς που τύλιξαν το κτίριο. Ο Βέγγος κλαίει. Γυρνά πέρα δώθε. Πάντα αεικίνητος. Πάντα τραγικός. Αφήνει τη Βίβιαν και ψάχνει στα αποκαϊδια για την Αγγελική. Την έγκυο που θα έφευγε από το γραφείο της στις δυόμισι γιατί στις τρεις παρά είχε προγραμματίσει ραντεβού στον γιατρό μαζί με τον Χρήστο. Θα έβλεπαν πώς μεγάλωνε μέσα της το παιδί, που δεν γεννήθηκε ποτέ. Δεν φοβόταν. Δέκα χρόνια έμενε στα Εξάρχεια. Ο Βέγγος τρέχει. Φωνάζει. Την παίρνει στην αγκαλιά του. Τίποτα. Σιωπή. Είναι αργά.

Φτάνει στον Νώντα από τη Λευκάδα. Τον βρίσκει μαυρισμένο. Δεν κάηκε. Έσκασε. Δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Μόνο το μέτωπό του ήταν καψαλισμένο. Ο Βέγγος προσπαθεί να τον σηκώσει. Του μιλά για το μπάσκετ που έπαιζε παλιά στα τσιμεντένια γηπεδάκια της Ηλιούπολης και των Αμπελοκήπων. Για την αγαπημένη του Λευκάδα όπου πήγαινε με φίλους τα καλοκαίρια. Αλλά ο Νώντας δεν μπορεί να αποκριθεί.

Στο κατάστημα της Marfin στη Σταδίου ένα χρόνο μετά. Ο Βέγγος φτάνει διακριτικά με ένα τριμμένο καρό σακάκι. Δεν τρέχει. Ο νεοέλληνας Σαρλό κουράστηκε πια. Φτάνει διακριτικά για να αφήσει λίγα λουλούδια στον τόπο του αδιανόητου εγκλήματος.

Τίτλοι τέλους. Σκηνή από το «Βλέμμα του Οδυσσέα». Στο χιονισμένο τοπίο ο Βέγγος σταματά το αυτοκίνητο και βγάζει ένα μπουκάλι με τσίπουρο. Αφού πίνουν από μια γουλιά με τον συνταξιδιώτη του Χάρβεϊ Καϊτέλ του λέει: «Ξέρεις κάτι; Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σαν λαός. Κάναμε τον κύκλο μας. Δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα. Και πεθαίνουμε».

Νίκος Σπιτσέρης

1 σχόλιο: