Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Κοκόρο ιτάι (πονάει η καρδιά μου)

Σμύρνη 8 Σεπτεμβρίου 1922. Χιλιάδες Έλληνες πρόσφυγες, που γλίτωσαν από τη σφαγή,  φτάνουν στο λιμάνι της Σμύρνης με όσα τιμαλφή του βίου μπόρεσαν να περισώσουν και αναζητούν τρόπο διαφυγής από το μαχαίρι και τη φωτιά. Ο Γιαπωνέζος καπετάνιος του εμπορικού ατμόπλοιου, αντικρίζοντας την τραγωδία, δεν το σκέφτεται στιγμή. Δίνει εντολή να πετάξουν το πολύτιμο φορτίο –δαντέλες και μεταξωτά- στη θάλασσα για να περισυλλέξουν όσους περισσότερους ναυαγούς Μικρασιάτες μπορούν. Την άγνωστη ιστορία έφερε στο φως μια Γιαπωνέζα φοιτήτρια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας: Στο κείμενο, που δημοσιεύτηκε σε περιοδικό της Ιαπωνίας, έγραφε ότι κάποιοι Έλληνες ήξεραν τρεις λέξεις της ιαπωνικής γλώσσας: Δύο κοινές, «αριατό» (ευχαριστώ) και «κομίτσουα» (καλημέρα), και τη σπάνια «κοκόρο ιτάι» (πονάει η καρδιά μου). Την έλεγε ενώπιόν τους ο ανθρωπιστής Ιάπωνας πλοίαρχος.

«Κοκόρο ιτάι», έλεγε και ξανάλεγε ο καπετάνιος ενόσω έσωζε ανθρώπους από τον χαλασμό. «Κοκόρο ιτάι» άκουγαν οι πρόσφυγες να λένε κάποιοι «ανέγνωροι αθρώποι», σύμφωνα με τη διήγηση μιας Ελληνίδας, που βρήκε καταφύγιο στο Ιαπωνικό πλοίο.

Δεν σκέφτηκε στιγμή τις συνέπειες. Δεν λογάριασε στιγμή τον θησαυρό που πέταξε στη θάλασσα. Από τη μια είχε την ευθύνη ενός κατάφορτου πλοίου με μετάξια και δαντέλες και από την άλλη κάτι «ανέγνωρους αθρώπους», που έδιναν μάχη για τη ζωή τους. Έδωσε εντολή να πετάξουν το «χρυσάφι» που κουβαλούσε στη θάλασσα για να σώσει όσους περισσότερους «ανέγνωρους αθρώπους» ήταν δυνατόν. Όχι όσους μπορούσε. Όχι όσους χωρούσε το πλοίο. Όχι όσους θα μπορούσε να σώσει αν πετούσε μέρος του φορτίου. Πέταξε όλο το εμπόρευμα στη θάλασσα για να σώσει «ανέγνωρους αθρώπους», που δεν είχε ξαναδεί στη ζωή του και ούτε θα ξανάβλεπε. Δίχως να διεκδικεί από πουθενά την αναγνώριση. Άλλωστε, 90 τόσα χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης, δεν είναι ακόμα γνωστό το όνομά του.

Ελλάδα, 2015. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, που κατά τον κοινωνιολόγο Ζίγκμουντ Μπάουμαν σφραγίζεται από την αντίθεση τουριστών και πλάνητων, δηλαδή ανθρώπων που διαθέτουν την οικονομική άνεση να περιηγούνται για λόγους ψυχαγωγίας και ανθρώπων ξεριζωμένων, απόβλητων λόγω οικονομικής κρίσης, εμφύλιων σπαραγμών και εθνικών εκκαθαρίσεων, είμαστε αντιμέτωποι με δραματικά διλήμματα. Από τη μια οι πλάνητες, τα ανθρώπινα σκουπίδια της παγκόσμιας «ανάπτυξης», που πια στο παγκόσμιο χωριό δεν υπάρχουν χωματερές για να πεταχτούν και από την άλλη η τουριστική ανάπτυξη. Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, πολλώ δε μάλλον που ο τουρισμός είναι ο μοναδικός ίσως τομέας της ελληνικής οικονομίας που έχει σφυγμό.

Μα, να θυμόμαστε. Κοκόρο ιτάι. Η αξία της ζωής ετούτων των «ανέγνωρων αθρώπων», αυτών των ξεριζωμένων ανθρώπων των καιρών μας είναι μεγαλύτερη από οποιοδήποτε φορτίο.

Νίκος Σπιτσέρης

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου