Τρίτη 13 Ιουλίου 2021

Γράμμα στον Νεστορίδη

 

Παναγιώτη.

Έχουν περάσει πια και οι 100 μέρες κατά πώς συνηθίζεται στην πολιτική, από τότε που πέθανες, αλλά ακόμα δυσκολεύομαι να σε αποχαιρετήσω. Ξέρεις καλά πως ακόμα και τώρα είναι φορές που θέλω να σε καλέσω στο τηλέφωνο να τα πούμε για την επικαιρότητα, την Αριστερά, τη δουλειά μας. Άλλωστε, μέχρι το τέλος εργαζόσουν για ένα ακόμα καινοτόμο βήμα που θα κάναμε και πάλι μαζί. Δεν προκάναμε. Δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ από το ταξίδι μιας ζωής. Ας ξεκινήσω από τα βασικά. Παναγιώτη, ήσουν «από καλά στημόνια άνθρωπος», σύμφωνα με τον εξαιρετικό τρόπο που το έθεσε ένας κοινός γνωστός. Ή όπως σωστά το έθεσε μια καλή συνάδελφος «όλοι χρωστάμε στον Παναγιώτη». Ναι φίλε. Σου χρωστάμε γιατί στη θητεία σου στον ΕΔΟΕΑΠ υπερασπίστηκες με το πάθος, την παρρησία, αλλά και την ικανότητα που σε χαρακτήριζε όλες τις υποθέσεις των συναδέλφων. Σου χρωστάμε γιατί είχες πάντα διαθέσιμο εκείνο το υπέροχο χαμόγελο και την έγνοια για όλο τον κόσμο. Σου χρωστάμε γιατί στη μακρά ενασχόλησή σου με τα συνδικαλιστικά του κλάδου σε αυτή την πρωτοφανή συγκυρία ήσουν πάντα στην πρώτη γραμμή με ιδέες, προτάσεις, αλλά και πολλή δουλειά. Σου χρωστάμε για όσα πρόσφερες στον χώρο με τη θητεία σου στη θέση του προέδρου στη ΔΕΠΘΕ σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς. Ορφανέψαμε και ήδη μας λείπει η σοφία σου. Ο αναλυτικός διαλεκτικός τρόπος που προσέγγιζες τα προβλήματα. Το «θηλυκό μυαλό» σου, που δεν σταματούσε στιγμή να παράγει πολιτική.

Ήσουν ον πολιτικό από τα γεννοφάσκια σου, ταγμένος στην υπόθεση της Αριστεράς από τα μαθητικά σου χρόνια, με το βλέμμα πάντα στραμμένο στις συνεργασίες, αλλά και στον στόχο μιας Αριστεράς κυβερνώσας. Μιας Αριστεράς που δεν βολεύεται στην «καθαρότητα» θέσεων που δεν τολμούν να δοκιμαστούν σε κυβερνητικό επίπεδο. Αλλά μιας Αριστεράς έτοιμης ανά πάσα στιγμή να «βρωμίσει τα χέρια της» όχι για την εξουσία ως αυτοσκοπό, αλλά για μια εξουσία με στόχο μια καλύτερη κοινωνία. Αυτό επιχείρησες όταν αποφάσισες να θέσεις υποψηφιότητα με το ΠΑΣΟΚ το 2007. Αυτό ήταν το ζητούμενο στον αγώνα σου μέσω του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την ύστατη στιγμή. Κι ας σε πίκραναν όσοι δεν ήταν σε θέση να σε καταλάβουν. Χαμογελούσες και προχωρούσες, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι δεν ήσουν πάντα έτοιμος να συγκρουστείς για τις ιδέες σου.

Τι να πρωτοθυμηθώ ρε Παναγιώτη; Τα επικά ξενύχτια μέχρι πρωίας με κείνες τις ατέλειωτες συζητήσεις για τα χρόνια της ΚΝΕ και του ΚΚΕ; Εκείνη τη βραδιά που γυρίσαμε με τη Σμαρώ μεσάνυχτα από τη Ρώμη και πήγαμε στο «Μινουί» στην Καμάρα και συνεχίσαμε μέχρι το ξημέρωμα; Εκείνη την «τρελή βραδιά» με τον Ψαραντώνη στο «Παλιό Ωδείο»;

Έφυγες και τα κανόνισες όλα. Οργανωτικός μέχρι το τέλος. Αλλά ρε φίλε αυτό το υπέροχο ζεστό χαμόγελό σου το πήρες για πάντα μαζί σου. Μας άφησες με τις θύμισες. Την Έφη. Τη Δώρα. Τη Φωτεινή.

Εγώ θα θυμάμαι για πάντα έναν σπουδαίο άνθρωπο, που πολύ αγάπησε τη ζωή. Τον εξαιρετικό δημοσιογράφο και τον σπουδαίο γραφιά, που ήξερε όχι μονάχα να γράφει υπέροχα, αλλά και να αναγνωρίζει, να ενθαρρύνει και να αναδεικνύει νέους συναδέλφους μέχρι το τέλος. Τον καλύτερο φίλο που είχα ποτέ. Το θηλυκό μυαλό που σκεφτόταν διαρκώς σε δύο άξονες: Την πολιτική και τον άνθρωπο. Ή μάλλον σε έναν: Την πολιτική για τον άνθρωπο.

Παναγιώτη σε χαιρετώ με στίχους του Μάνου Ελευθερίου: «Και πήρες του καιρού τ' αλφαβητάρι/και της αγάπης λόγια φυλαχτό,/για να βρει πάλι ρίζα το χορτάρι/και πήρες την ελπίδα και τη χάρη,/ψηλά να πας να χτίσεις κιβωτό/με την ελπίδα μόνο και τη χάρη...».

Νίκος Σπιτσέρης

 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου